Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

τὰς κινήσεις ἀκίνητος

См. также в других словарях:

  • στηριγμός — ο, ΝΜΑ [στηρίζω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού στηρίζω, στήριξη, στήριγμα νεοελλ. αστρον. το σημείο τής φαινομένης τροχιάς ενός πλανήτη, κατά το οποίο εκείνος, ενώ μεταβάλλει φορά κινήσεως, φαίνεται να στέκεται ακίνητος μσν. αρχ. μτφ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»